Ρεκόρ πώλησης για έργο του Μπέικον


Το ζωγραφικό τρίπτυχο του Φράνσις Μπέικον που φέρει τον τίτλο «Τρεις μελέτες του Λούσιαν Φρόιντ» έγινε το πιο ακριβό έργο τέχνης που πουλήθηκε ποτέ σε δημοπρασία.


Ο τριπλός ζωγραφικός πίνακας στον οποίο το μοντέλο είναι ο βρετανός Λούσιαν Φρόιντ, συνάδελφός του Μπέικον, πουλήθηκε από τον οίκο Christie’s κατά τη διάρκεια δημοπρασίας στη Νέα Υόρκη έναντι του ποσού των 142, 4 εκατομμυρίων δολαρίων.

Το τρίπτυχο ζωγραφικής που φιλοτεχνήθηκε το 1969 δεν είχε ποτέ έως τώρα δημοπρατηθεί και παρότι η εκτίμησή του, πριν την πώληση, ήταν περίπου στα 85 εκατομμύρια δολάρια επισκίασε εύκολα την τιμή των 119 εκατομμυρίων δολαρίων που πουλήθηκε ο πίνακας «Κραυγή» του Έντβαρντ Μουνκ, που δημοπρατήθηκε τον περασμένο Μάιο από τον ανταγωνιστικό οίκο Sotheby’s.



Ο πίνακας αγοράστηκε στην κατάμεστη αίθουσα πωλήσεων του οίκου Christie’s στη Νέα Υόρκη έπειτα από έναν παρατεταμένο «πόλεμο προσφορών» μέσω τηλεφώνου. Τα στοιχεία του αγοραστή δεν αποκαλύφθηκαν.


Φράνσις Μπέικον


Γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1909, στο Δουβλίνο, από Άγγλους γονείςΔεν σπούδασε τίποτα και ποτέ, άλλαξε ένα σωρό επαγγέλματα, ερωτεύτηκε παράφορα τον μικροεγκληματία που πήγε να διαρρήξει το διαμέρισμα και ατελιέ του, κάποτε έκανε και ο ίδιος διαρρήξεις και μικροκλοπές, ταξίδεψε πολύ, είχε το πάθος μόνιμο οδηγό στον βίο και στο έργο του, έπαιξε τρελά ποσά στη ρουλέτα, πέρασε από το λαγούμι του αλκοόλ και των ουσιών, λάτρεψε το καλό φαγητό και την σαμπάνια, υπήρξε εξωφρενικά γενναιόδωρος, γνώρισε από κοντά πολλές εκδοχές της φρίκης και έγινε, ακριβώς, ο ανατόμος της φρίκης μέσα από τη ζωγραφική του, μίσησε την παντοδυναμία της φθοράς και του θανάτου, αντιστάθηκε με μανία σ’ αυτή την παντοδυναμία, ερωτοτρόπησε με την ποταπότητα και με τον σαδομαζοχισμό καταφέρνοντας, συνάμα, να είναι ένας έξοχος εστέτ, και πέρασε τα περισσότερα χρόνια του μέσα σε μιαν επιχρυσωμένη αθλιότητα.

 Παίζοντας, και αυτός, με τη διαλεκτική ανάμεσα στην παράδοση και στην καινοτομία, κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο πολυσυζητημένους εικαστικούς καλλιτέχνες των καιρών μας. Επηρεάστηκε από ζωγράφους όπως ο Πικάσο και ο Βαν Γκονγκ, από σκηνοθέτες του κινηματογράφου, όπως ο Σεργκέι Αϊζενστάιν και ο Λουίς Μπουνιουέλ, από ποιητές όπως ο Τ. Σ. Έλιοτ, από φωτογράφους όπως ο Μέιμπριτζ, αλλά και από τη θέα και τη μυρωδιά των σφαγείων, από τα φθαρμένα πρόσωπα των φίλων του, και από εικονογραφημένα ιατρικά εγχειρίδια.

 Μας δίδαξε την τέχνη του να ζεις έντονα, παράφορα, παθιασμένα την κάθε σου στιγμή, να μην διστάζεις να βρίσκεσαι μεθυσμένος σ’ ένα λασπωμένο χαντάκι τη μια νύχτα και σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο την άλλη, δίχως να χάνεις ίχνος από την πολύτιμη αξιοπρέπειά σου και το μοναδικό σου στυλ. Έγραψαν γι’ αυτόν στοχαστές και συγγραφείς όπως ο Ζιλ Ντελέζ και ο Μίλαν Κούντερα, ενώ ο Ντάνιελ Φάρσον υπογράφει τη βιογραφία του, και ο Τζον Μέιμπερι την ταινία «Η Αγάπη είναι ο Διάβολος», στην οποία ο μέγας Ντέρεκ Τζάκομπι τον υποδύεται. Προσωπικό του μότο ήταν το «Θέλω να κερδίζω, ακόμα κι όταν χάνω συνέχεια». 

Προσφάτως, ένα καλλιτεχνικό βιβλίο-έργο τέχνης, σε λιγοστά αριθμημένα αντίτυπα, τον έφερε πάλι στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Ήταν απόγονος του ομώνυμου φιλόσοφου, του συγγραφέα της ουτοπικής «Νέας Ατλαντίδος», και άκουγε στο όνομα Φράνσις Μπέικον.


Το 1974, ο Μπέικον θα γνωρίσει τον Τζον Έντουαρντς, με τον οποίο θα παραμείνει εραστής και φίλος έως το τέλος.  Ο Φράνσις Μπέικον, ένας απο τους μεγάλους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, πέθανε στις 28 Απριλίου του 1992, στη Μαδρίτη, έχοντας γενναιόδωρα αφήσει τα 11 εκατομμύρια λίρες, που του είχαν απομείνει από τα ξεφαντώματα και τα δώρα, στον Τζον Έντουαρντς. Έζησε μες στο χάος και δημιούργησε μες στο χάος, έχοντας πει: «Αισθάνομαι ότι είμαι σπίτι μου μες στο χάος, γιατί το χάος μου φέρνει στο νου εικόνες».



Σχόλια